ντεσινέπερ

ντεσινέπερ
το
άκλ. μονάδα μέτρησης τής ισχύος μιας ηχητικής ή ηλεκτρομαγνητικής εκπομπής, που ισοδυναμεί με το ένα δέκατο τού νέπερ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. decineper < γαλλ. deci- (< λατ. decimus «δέκατος») + neper, μονάδα που εκφράζει τον λόγο δύο τιμών ισχύος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”